Πώς μια ταινία του Χόλιγουντ για το 1821 αναδεικνύει τον αποπροσανατολισμό που ταλανίζει το ελληνικό έθνος.
του Σάββα Καλεντερίδη
Έχουμε δει σωρεία δημοσιευμάτων που αναφέρονται στον τρόπο με τον οποίο τα μεγάλα κράτη που σέβονται τον εαυτό τους και την ιστορία τους, και νοιάζονται για το μέλλον τους, επηρεάζουν τη βιομηχανία του κινηματογράφου για την αναπαραγωγή, μέσα από τις ταινίες, της ιστορίας και των εθνικών στόχων και οραμάτων τους.
Με τον τρόπο αυτόν η βιομηχανία του κινηματογράφου συμβάλλει (στο μέτρο που της αναλογεί) στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας και του συλλογικού υποσυνείδητου του κάθε έθνους – επαναλαμβάνω, εκεί που υπάρχουν σοβαρά κράτη.
Για την Ελλάδα τι να πει κανείς… Μια κοινωνία «πολυτραυματίας» από εθνικούς διχασμούς, εμφυλίους και τεχνητές διαιρέσεις που προκαλούνται από εσωτερικούς παράγοντες που αδυνατούν να παραγάγουν πολιτική και αρκούνται στον διχαστικό λόγο και πρακτικές, αλλά και από εξωτερικούς παράγοντες που με τον τρόπο αυτόν προωθούν και εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα.
Η κατάσταση αυτή που χαρακτηρίζει την κοινωνία αντικατοπτρίζεται και στο κράτος, ιδιαίτερα μετά την κομματικοποίησή του τις τελευταίες τρεις δεκαετίες – μια διαδικασία που του αφαίρεσε και τα τελευταία ψήγματα σοβαρότητας που διέθετε.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τη δεκαετία του 1980, με τον νόμο-πλαίσιο για την Παιδεία, του 1982, άνοιξαν διάπλατα οι πόρτες για να γίνουν πανεπιστημιακοί δάσκαλοι άτομα που δεν υπηρετούσαν την επιστήμη στην οποία ήταν ταγμένοι, αλλά το κόμμα, την ιδεολογία και την ιδεοληψία τους.
Έτσι τα πανεπιστήμια αλώθηκαν από εθνομηδενιστές, αριστερούς και αριστεριστές καθηγητές, οι οποίοι λειτούργησαν στην κυριολεξία ως ιδιότυπες συμμορίες μοιράζοντας διδακτορικά στα «δικά τους παιδιά», για τη διαιώνιση του είδους στις πανεπιστημιακές σχολές.
Δεν υπάρχει λόγος να αναφέρουμε συγκεκριμένες περιπτώσεις, αν και αυτό θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο μιας επιστημονικής και άρα αντικειμενικής μελέτης, όμως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι έδρες Ιστορίας των πανεπιστημίων μας, που έχουν στην κυριολεξία αλωθεί από εθνομηδενιστές και εθνοαποδομητές.
Ο «πατριάρχης» αυτής της εγκληματικής μεθόδευσης είναι γνωστός τοις πάσι, ονόματα δεν λέμε, υπολήψεις δεν θίγουμε.
Αυτή η κατάσταση, λοιπόν, έχει επηρεάσει την ελληνική βιομηχανία κινηματογράφου, η οποία αρνείται να συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα, να υπηρετήσει την κοινωνία, την ιστορία, το έθνος και την πατρίδα, και περιορίζεται είτε σε αναπαραγωγή της παθογένειας, που επιδεινώνει την κατάσταση της κοινωνίας-πολυτραυματία, είτε συστηματικά διεκτραγωδεί και εκφυλίζει τις όποιες ηθικές και παραδοσιακές αξίες έχει η ελληνική κοινωνία.
Θα αναρωτηθούν οι αναγνώστες και οι φίλοι της στήλης γιατί τα γράφουμε όλα αυτά.
Τις προηγούμενες μέρες είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε μια κινηματογραφική ταινία που γυρίστηκε στο Χόλιγουντ και είχε ως θέμα την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Το περίεργο είναι ότι όταν αναζήτησα κριτικές για την ταινία, δεν είδα ούτε μία κριτική από τους συντάκτες του είδους. Ούτε μία. Έχει κι αυτό την εξήγησή του.
Η μεγάλη έκπληξη ήταν η ίδια η ταινία, η οποία έχει τίτλο Οι βράχοι της Ελευθερίας, και το σενάριό της βασίζεται στο βιβλίο της ομογενούς Μαριάννας Μητροπούλου, που ζει στις ΗΠΑ.
Δεν θα κάνουμε κριτική στην ταινία, γιατί αυτό είναι έργο και δουλειά των «ειδικών». Θα αναφερθούμε όμως στο περιεχόμενο και την πλοκή της. Η ταινία παρουσιάζει με αρκετά αντικειμενικό τρόπο τη σκλαβιά και τη βαρβαρότητα που ασκούσαν επί τέσσερις αιώνες οι Τούρκοι στους υπόδουλους Έλληνες, στηλιτεύει το ρόλο των κοτζαμπάσηδων, των φοροεισπρακτόρων και του κλήρου.
Επίσης, παρουσιάζει με τρόπο που πραγματικά εκπλήσσει τα κλασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας της εποχής του 1821, τις ηθικές αρχές και αξίες, το εθνικό και πατριωτικό φρόνημα των Ελλήνων, όλα εκείνα τα στοιχεία που οδήγησαν στην Εθνεγερσία και την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό.
Μάλιστα, είναι τόσο πετυχημένος ο τρόπος που το κάνει αυτό, που ο θεατής ανακαλύπτει ότι πολλά από αυτά τα στοιχεία έχουν ξεχαστεί, να είναι καλά οι εθνομηδενιστές και εθνοαποδομητές καθηγητές πανεπιστημίου, που «βγάζουν» δασκάλους και καθηγητάδες κατ” εικόνα αυτών και καθ” ομοίωσιν, οι οποίοι με τη σειρά τους επηρεάζουν αντίστοιχα τα παιδιά, για να φθάσουμε στην κατάσταση που είναι σήμερα η Ελλάδα και ο ελληνισμός.
Μια καθ’ όλα χρεοκοπημένη χώρα, μια κοινωνία χωρίς όραμα και με ισοπεδωμένες τις ηθικές αρχές και αξίες, ένα αποπροσανατολισμένο έθνος.
Έγραψα παραπάνω ότι δεν υπάρχουν κριτικές για την ταινία. Μάλλον φοβούνται να γράψουν κριτικές, για να μην βρεθούν μεταξύ δυο πυρών, των εθνομηδενιστών και των απλών Ελλήνων που αγαπούν την πατρίδα τους.
Τέλος, να πάμε και στο «ζουμί» της υπόθεσης.
Μια ταινία που εκθειάζει τον επαναστατικό αγώνα των Ελλήνων και αποθεώνει τους αγωνιστές επαναστάτες, με κορυφαίο τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, έχει γυριστεί στις ΗΠΑ και μάλιστα στο Χόλιγουντ, ενώ αντίστοιχη ταινία έχει να γυριστεί στην Ελλάδα πολλές δεκαετίες.
Και αναρωτιέται κανείς, γιατί;
Η απάντηση βρίσκεται στα όσα αναφέραμε στην αρχή του άρθρου.
Μια κοινωνία-πολυτραυματίας, με διανοούμενους που αν δεν μισούν, φοβούνται να δηλώσουν ότι αγαπούν την Ελλάδα και τους Έλληνες, και με μια βιομηχανία κινηματογράφου που έχει τα ίδια χαρακτηριστικά.
Άρα, ποιος θα γράψει σενάριο που εκθειάζει την Ελλάδα, τους Έλληνες και την ιστορία μας, ποιος παραγωγός θα αναλάβει να κάνει τέτοια ταινία, ποιος σκηνοθέτης θα αναλάβει να την σκηνοθετήσει και ποιοι ηθοποιοί θα τολμήσουν να παίξουν σε μια τέτοια ταινία;
Όσο για τις κριτικές: Διάβασα περίπου εκατό κριτικές του κοινού. Το 85-90% είναι θετικές και βαθμολογούν καλά την ταινία, και οι υπόλοιπες είναι δηλητηριώδεις. Λες και τους έβρισες τη μάνα τους.
Αυτή είναι η κατάσταση στην πατρίδα μας, δυστυχώς. Ο πατριωτισμός και η αγάπη στο έθνος είναι εξοβελιστέα, ενώ αποτελεί περίπου τίτλο τιμής το να βρίζεις και να μισείς την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Γι’ αυτό επαναλαμβάνω ότι είμαστε ένα αποπροσανατολισμένο έθνος και είναι αδήριτη ανάγκη να αποκτήσουμε όραμα και πυξίδα.
Δεν το έχω ξανακάνει, αλλά ειλικρινά νιώθω την ανάγκη να το κάνω.
Να πάτε να δείτε την ταινία, να αναβαπτιστείτε εθνικά και πατριωτικά, γιατί πραγματικά έχουμε ανάγκη από τα νάματα του αγώνα του 1821, αφού θα χρειαστεί να αγωνιστούμε και πάλι για να απελευθερώσουμε την πατρίδα από την ιδιότυπη υποδούλωση που την οδήγησαν οι κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών.